„ντόμινο“: ουδέτερο ντόμινο [ˈdomino]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Dominospiel, Domino Dominospielουδέτερο | Neutrum, sächlich n ντόμινο ντόμινο Dominoουδέτερο | Neutrum, sächlich n ντόμινο πούλι ντόμινο πούλι