„Ναμιμπιανή“: θηλυκό Ναμιμπιανή [namibjaˈni]θηλυκό | Femininum, weiblich f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Namibierin Namibierinθηλυκό | Femininum, weiblich f Ναμιμπιανή Ναμιμπιανή