„μυγοπαγίδα“: θηλυκό μυγοπαγίδα [miɣopaˈɣida]θηλυκό | Femininum, weiblich f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Fliegenfänger Fliegenfängerαρσενικό | Maskulinum, männlich m μυγοπαγίδα μυγοπαγίδα