„μπιραρία“: θηλυκό μπιραρία [biraˈria]θηλυκό | Femininum, weiblich f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Bierlokal, Kneipe Bierlokalουδέτερο | Neutrum, sächlich n μπιραρία Kneipeθηλυκό | Femininum, weiblich f μπιραρία μπιραρία examples υπαίθρια μπιραρία Biergartenαρσενικό | Maskulinum, männlich m υπαίθρια μπιραρία