μετατροπή
[metatroˈpi]θηλυκό | Femininum, weiblich fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Umwandlungθηλυκό | Femininum, weiblich fμετατροπή από μια μορφή σε άλλημετατροπή από μια μορφή σε άλλη
- Änderungθηλυκό | Femininum, weiblich fμετατροπή τροποποίησημετατροπή τροποποίηση
- Konvertierungθηλυκό | Femininum, weiblich fμετατροπή ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υμετατροπή ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υ
examples
- μετατροπή των νομισμάτωνUmrechnungθηλυκό | Femininum, weiblich f