„μαϊμού“: θηλυκό μαϊμού [maiˈmu]θηλυκό | Femininum, weiblich f <-ούδες> Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Affe, schlauer Fuchs Affeαρσενικό | Maskulinum, männlich m μαϊμού μαϊμού schlauer Fuchsαρσενικό | Maskulinum, männlich m μαϊμού πονηρός μεταφορικά | in übertragenem Sinnμτφ μαϊμού πονηρός μεταφορικά | in übertragenem Sinnμτφ