„ματιά“: θηλυκό ματιά [maˈtja]θηλυκό | Femininum, weiblich f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Blick Blickαρσενικό | Maskulinum, männlich m ματιά ματιά examples ρίχνω απλά μια ματιά ich möchte mich nur mal umsehen ρίχνω απλά μια ματιά