κυνηγός
[kjiniˈɣos]αρσενικό και θηλυκό | Maskulinum und Femininum m/fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Jägerαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich fκυνηγόςκυνηγός
- Verfolgerαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich fκυνηγός διώκτηςκυνηγός διώκτης
examples
- κυνηγός αυτόγραφωνAutogrammjägerαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich f
- κυνηγός επικηρυγμένωνKopfgeldjägerαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich f
- κυνηγός θησαυρούSchatzgräberαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich f
hide examplesshow examples