κρατήρας
[kraˈtiras]αρσενικό | Maskulinum, männlich mOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Kraterαρσενικό | Maskulinum, männlich mκρατήρας ηφαιστείουκρατήρας ηφαιστείου
examples
- κρατήρας βόμβαςBombenkraterαρσενικό | Maskulinum, männlich m
- κρατήρας έκρηξηςExplosionskraterαρσενικό | Maskulinum, männlich m
- κρατηροειδές τοπίοουδέτερο | Neutrum, sächlich nKraterlandschaftθηλυκό | Femininum, weiblich f