κουνέλι
[kuˈneli]ουδέτερο | Neutrum, sächlich nOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Kaninchenουδέτερο | Neutrum, sächlich nκουνέλι ζωολογία | Zoologieζωολκουνέλι ζωολογία | Zoologieζωολ
examples
- κουνέλι νάνοςZwergkaninchenουδέτερο | Neutrum, sächlich n