„κουδούνι“: ουδέτερο κουδούνι [kuˈðuni]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Glocke, Klingel Glockeθηλυκό | Femininum, weiblich f κουδούνι κουδούνι Klingelθηλυκό | Femininum, weiblich f κουδούνι πόρτας κουδούνι πόρτας examples χτυπάει το κουδούνι es läutet, es klingelt χτυπάει το κουδούνι χτυπώ το κουδούνι klingeln χτυπώ το κουδούνι κουδούνι αγελάδας Kuhglockeθηλυκό | Femininum, weiblich f κουδούνι αγελάδας κουδούνι πόρτας Türklingelθηλυκό | Femininum, weiblich f κουδούνι πόρτας hide examplesshow examples