„κλεφτοκοιμάμαι“: αποθετικό ρήμα κλεφτοκοιμάμαι [kleftokjiˈmame]αποθετικό ρήμα | Deponens dep Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) ein Nickerchen machen ein Nickerchen machen κλεφτοκοιμάμαι κλεφτοκοιμάμαι