καταστροφέας
[katastroˈfeas]αρσενικό και θηλυκό | Maskulinum und Femininum m/fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Zerstörerαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich fκαταστροφέαςκαταστροφέας
examples
- καταστροφέας εγγράφωνReißwolfαρσενικό | Maskulinum, männlich mSchredderαρσενικό | Maskulinum, männlich m
- καταστροφέας χαρτιώνAktenvernichterαρσενικό | Maskulinum, männlich m