„καταργούμαι“: μεσοπαθητικό ρήμα καταργούμαι [katarˈɣume]μεσοπαθητικό ρήμα | mediopassives Verb v/mp Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) abgeschafft werden, gestrichen werden abgeschafft werden, gestrichen werden καταργούμαι καταργούμαι