„Καρλσρούη“: θηλυκό Καρλσρούη [karlsˈrui]θηλυκό | Femininum, weiblich f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Karlsruhe Karlsruheουδέτερο | Neutrum, sächlich n Καρλσρούη Καρλσρούη