Καρκίνος
[karˈkjinos]αρσενικό | Maskulinum, männlich mOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Krebsαρσενικό | Maskulinum, männlich mΚαρκίνος αστρονομία | Astronomieαστρον αστρολογία | AstrologieαστρολΚαρκίνος αστρονομία | Astronomieαστρον αστρολογία | Astrologieαστρολ