„κακομαθαίνω“: μεταβατικό ρήμα κακομαθαίνω [kakomaˈθeno]μεταβατικό ρήμα | transitives Verb v/t Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) verziehen, verwöhnen verziehen, verwöhnen κακομαθαίνω παιδί κακομαθαίνω παιδί