„ηττημένος“: αρσενικό ηττημένος [itiˈmenos]αρσενικό | Maskulinum, männlich m, ηττημένη [itiˈmeni]θηλυκό | Femininum, weiblich f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Besiegte Besiegte(r)αρσενικό και θηλυκό | Maskulinum und Femininum m/f ηττημένος ηττημένος