„ζυγίζομαι“: μεσοπαθητικό ρήμα ζυγίζομαι [ziˈjizome]μεσοπαθητικό ρήμα | mediopassives Verb v/mp Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) sich wiegen sich wiegen ζυγίζομαι ζυγίζομαι