„επιφυλλίδα“: θηλυκό επιφυλλίδα [epifiˈliða]θηλυκό | Femininum, weiblich f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Feuilleton Feuilletonουδέτερο | Neutrum, sächlich n επιφυλλίδα επιφυλλίδα