ενδιαφέρομαι
[enðiaˈferome]μεσοπαθητικό ρήμα | mediopassives Verb v/mpOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- sich interessieren (για für)ενδιαφέρομαιinteressiert sein (για an+δοτική | +Dativ +dat)ενδιαφέρομαιενδιαφέρομαι