εκρήγνυμαι
[eˈkriɣnime]αποθετικό ρήμα | Deponens dep <-υσαι; εξερράγην>Overview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- explodierenεκρήγνυμαιεκρήγνυμαι
- ausbrechenεκρήγνυμαι ηφαίστειοεκρήγνυμαι ηφαίστειο