Greek-German translation for "δούκισσα"
"δούκισσα" German translation
μεγάλη δούκισσαθηλυκό | Femininum, weiblich f
Großherzogtumουδέτερο | Neutrum, sächlich n
μεγάλη δούκισσαθηλυκό | Femininum, weiblich f
μεγάλη δούκισσα
Großherzoginθηλυκό | Femininum, weiblich f
μεγάλη δούκισσα