Greek-German translation for "δοκίμιο"
"δοκίμιο" German translation
τυπογραφικό δοκίμιοουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Fahneθηλυκό | Femininum, weiblich f
τυπογραφικό δοκίμιοουδέτερο | Neutrum, sächlich n
αναθεωρημένο δοκίμιοουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Revisionsbogenαρσενικό | Maskulinum, männlich m
αναθεωρημένο δοκίμιοουδέτερο | Neutrum, sächlich n