Greek-German translation for "διαπαιδαγώγηση"
"διαπαιδαγώγηση" German translation
σεξουαλική διαπαιδαγώγησηθηλυκό | Femininum, weiblich f
Sexualerziehungθηλυκό | Femininum, weiblich f
Sexualkundeθηλυκό | Femininum, weiblich f
σεξουαλική διαπαιδαγώγησηθηλυκό | Femininum, weiblich f