διακήρυξη
[ðiaˈkjiriksi]θηλυκό | Femininum, weiblich fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Verkündigungθηλυκό | Femininum, weiblich fδιακήρυξη ανακοίνωσηδιακήρυξη ανακοίνωση
- Deklarationθηλυκό | Femininum, weiblich fδιακήρυξη ιδίως έγγραφηErklärungθηλυκό | Femininum, weiblich fδιακήρυξη ιδίως έγγραφηδιακήρυξη ιδίως έγγραφη