„γρατσουνιά“: θηλυκό γρατσουνιά [ɣratsuˈɲa]θηλυκό | Femininum, weiblich f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Schramme, Kratzer Schrammeθηλυκό | Femininum, weiblich f γρατσουνιά Kratzerαρσενικό | Maskulinum, männlich m γρατσουνιά γρατσουνιά