„γκαρσόν“: ουδέτερο γκαρσόν [garˈson]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Kellner, Ober Kellnerαρσενικό | Maskulinum, männlich m γκαρσόν Oberαρσενικό | Maskulinum, männlich m γκαρσόν γκαρσόν examples γκαρσόν! Herr Ober! γκαρσόν!