„γεν.“: βραχυγραφία γεν.βραχυγραφία | Abkürzung abk (= γεννηθείς) Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) geb., . geb. (geboren) γεν. γεν. γενικά | allgemeinγεν. (γενικά | allgemeinγεν) γεν. γενικά γεν. γενικά