γαλήνη
[ɣaˈlini]θηλυκό | Femininum, weiblich fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- (Wind-)Stilleθηλυκό | Femininum, weiblich fγαλήνη νηνεμίαγαλήνη νηνεμία
- Seelenruheθηλυκό | Femininum, weiblich fγαλήνη ηρεμίαGelassenheitθηλυκό | Femininum, weiblich fγαλήνη ηρεμίαγαλήνη ηρεμία