„Βαλκάνια“: πληθυντικός ουδετέρου Βαλκάνια [valˈkania]πληθυντικός ουδετέρου | Neutrum Plural npl Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Balkan Balkanαρσενικό | Maskulinum, männlich m Βαλκάνια Βαλκάνια