„αρχιμαφιόζος“: αρσενικό αρχιμαφιόζος [arçimaˈfjozos]αρσενικό | Maskulinum, männlich m Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Mafia-Boss Mafia-Bossαρσενικό | Maskulinum, männlich m αρχιμαφιόζος αρχιμαφιόζος