„αποτοξινώνω“: μεταβατικό ρήμα αποτοξινώνω [apotoksiˈnono]μεταβατικό ρήμα | transitives Verb v/t Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) entgiften entgiften αποτοξινώνω αποτοξινώνω