αποσυνδέομαι
[aposinˈðeome]μεσοπαθητικό ρήμα | mediopassives Verb v/mpOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- sich ausloggenαποσυνδέομαι ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υαποσυνδέομαι ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υ