„απεριτίφ“: ουδέτερο απεριτίφ [aperiˈtif]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Aperitif Aperitifαρσενικό | Maskulinum, männlich m απεριτίφ απεριτίφ