αντιστρατιωτικός
[andistratiotiˈkos], αντιστρατιωτική, αντιστρατιωτικόεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adjOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- antimilitaristischαντιστρατιωτικόςαντιστρατιωτικός
Thank you for your feedback!