αντιπροσώπευση
[andiproˈsopefsi]θηλυκό | Femininum, weiblich fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Vertretungθηλυκό | Femininum, weiblich fαντιπροσώπευσηRepräsentationθηλυκό | Femininum, weiblich fαντιπροσώπευσηαντιπροσώπευση