„ανεύθυνος“ ανεύθυνος [aˈnefθinos], ανεύθυνη, ανεύθυνοεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adj Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) unverantwortlich, verantwortungslos unverantwortlich, verantwortungslos ανεύθυνος ανεύθυνος