„ανεμίζω“: αμετάβατο ρήμα ανεμίζω [aneˈmizo]αμετάβατο ρήμα | intransitives Verb v/i Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) flattern, wehen flattern ανεμίζω σημαία, κουνιέμαι ανεμίζω σημαία, κουνιέμαι wehen ανεμίζω μαλλιά ανεμίζω μαλλιά „ανεμίζω“: μεταβατικό ρήμα ανεμίζω [aneˈmizo]μεταβατικό ρήμα | transitives Verb v/t Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) schwenken schwenken ανεμίζω ανεμίζω