„ανασκόπηση“: θηλυκό ανασκόπηση [anaˈskopisi]θηλυκό | Femininum, weiblich f Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Rückblick Rückblickαρσενικό | Maskulinum, männlich m ανασκόπηση ανασκόπηση