„αναρωτιέμαι“: αποθετικό ρήμα αναρωτιέμαι [anaroˈtjeme]αποθετικό ρήμα | Deponens dep Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) sich fragen sich fragen (αν, μήπως ob) αναρωτιέμαι αναρωτιέμαι