αναγνώριση
[anaˈɣnorisi]θηλυκό | Femininum, weiblich fOverview of all translations
(For more details, click/tap on the translation)
- Wiedererkennungθηλυκό | Femininum, weiblich fαναγνώρισηαναγνώριση
- Anerkennungθηλυκό | Femininum, weiblich fαναγνώρισηαναγνώριση
- Identifizierungθηλυκό | Femininum, weiblich fαναγνώριση πτώματος, δράστηαναγνώριση πτώματος, δράστη
- Erkundungθηλυκό | Femininum, weiblich fαναγνώριση στρατιωτικός όρος | Militär, militärischστραταναγνώριση στρατιωτικός όρος | Militär, militärischστρατ
examples
- αναγνώριση κλήσης τηλεφωνία, τηλεπικοινωνία | Telefon, TelekommunikationτηλεφRufnummernanzeigeθηλυκό | Femininum, weiblich f
- αναγνώριση ομιλίας ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υSpracherkennungθηλυκό | Femininum, weiblich f
- αναγνώριση συσκευών ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υGeräteerkennungθηλυκό | Femininum, weiblich f
hide examplesshow examples