„αλφαβητάριο“: ουδέτερο αλφαβητάριο [alfaviˈtario]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Fibel Fibelθηλυκό | Femininum, weiblich f αλφαβητάριο αλφαβητάριο