„Αζερμπαϊτζάν“: ουδέτερο Αζερμπαϊτζάν [azerbaiˈdzan]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Overview of all translations (For more details, click/tap on the translation) Aserbaidschan Aserbaidschanαρσενικό | Maskulinum, männlich m Αζερμπαϊτζάν Αζερμπαϊτζάν